Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου 2011

To ποδόσφαιρο εναντίον του εχθρού


O Σάιμον Κούπερ αποτελεί τον συγγραφέα ενός από τα πιο σημαντικά βιβλία για το ποδόσφαιρο, το οποίο έχει επηρεάσει πολλά που ακoλούθησαν και έχει λάβει παγκοσμίως εξαιρετικές κριτικές.


Το «ποδόσφαιρο εναντίον του εχθρού» αναφέρεται στο πώς το ποδόσφαιρο επηρεάζει την πολιτική και την κουλτούρα διάφορων χωρών. Στο επόμενο έργο του, το «Soccernomics», ο Κούπερ επικεντρώνεται στα οικονομικά, στη σημασία της στατιστικής και της ψυχολογίας σε συνεργασία με έναν οικονομολόγο. Γεννημένος στην Ουγκάντα από γονείς με ρίζες από τη Νότιο Αφρική, ο... Βρετανός Κούπερ μετακόμισε στην Ολλανδία από μικρό παιδί και έζησε επίσης στο Στάνφορντ, στην Καλιφόρνια, στο Βερολίνο και στο Λονδίνο.
 
Έχοντας γνωρίσει πολλές διαφορετικές κουλτούρες και έχοντας πάρει υποτροφία για το Χάρβαρντ, γράφει για το ποδόσφαιρο από μια ανθρωπολογική σκοπιά. Στο τελευταίο του βιβλίο το «Football Men», προσπαθεί να δώσει μια διαφορετική διάσταση των προσωπικοτήτων των ποδοσφαιριστών. Συγγραφέας, ερευνητής και αρθρογράφος, o Koύπερ αναλύει σφαιρικά και διαφορετικά από ό,τι έχουμε συνηθίσει το ποδόσφαιρο και προσεγγίζει από τη δική του σκοπιά τα ζητήματα που απασχολούν τη χώρα μας.

Έχετε υποστηρίξει ότι η αλόγιστη σπατάλη χρημάτων από μια ομάδα δεν συνεπάγεται την κατάκτηση τίτλων. Το παράδειγμα της Τσέλσι πριν από μερικά χρόνια και της Μάντσεστερ Σίτι φέτος, πιστεύετε ότι αποτελεί εξαίρεση;
«Υπάρχουν δύο είδη “σπαταλών” στο ποδόσφαιρο. Η σπατάλη στα συμβόλαια ποδοσφαιριστών νομίζω ότι αγοράζει την επιτυχία. Αν ξοδεύεις αλόγιστα για μεταγραφές, τότε όχι, δεν έχεις πολλές πιθανότητες, όπως ας πούμε η Νιουκαστλ και η Λίβερπουλ».

Στην Ισπανία και στην Αγγλία είδαμε ότι οι σύλλογοι ξόδεψαν περισσότερα χρήματα για παίκτες φέτος, σε καιρούς οικονομικής κρίσης, από πέρυσι. Μήπως τελικά η κρίση αποτελεί δικαιολογία για όσους θέλουν να ακολουθήσουν σφιχτή μεταγραφική πολιτική;
«Για μερικούς συλλόγους ίσως. Τώρα για ανθρώπους όπως ο Αμπράμοβιτς, είναι λογικό ότι δεν υπάρχει καμία κρίση. Ωστόσο για άλλες ομάδες, οι οποίες ας πούμε δανείζονται κάθε χρόνο από τράπεζες τότε είναι πιθανόν να επηρεαστούν, γιατί η τράπεζα δεν θα δεχτεί να δανείσει όπως το έκανε στο παρελθόν. Εξαρτάται λοιπόν από πού προέρχονται τα οικονομικά κάθε ομάδας. Θεωρώ πάντως ότι η κρίση δεν έχει αγγίξει τόσο το ποδόσφαιρο, τα βασικά έσοδά του συνεχίζουν να υφίστανται».

Σε καιρούς οικονομικής κρίσης και κοινωνικής αναταραχής, θεωρείτε ότι οι επιτυχίες στο ποδόσφαιρο μπορούν να βοηθήσουν στην εξομάλυνση των πραγμάτων;
«Όχι, δεν νομίζω, διαφωνώ με αυτήν την προσέγγιση που γίνεται από πολλούς».

Τι περιμένετε από το φετινό Τσάμπιονς Λιγκ που κάνει πρεμιέρα σήμερα;
«Νομίζω ότι δεν θα υπάρχουν διαφοροποιήσεις από τα άλλα χρόνια. Πιστεύω ότι η Μπαρτσελόνα θα έχει και φέτος ανάλογη πορεία. Ξέρουμε όλοι πώς λειτουργεί το Τσάμπιονς Λιγκ, υπάρχουν 4-5 σύλλογοι που μπορούν να το κατακτήσουν και η Μπαρτσελόνα διαθέτει όλα εκείνα τα στοιχεία που την εντάσσουν μέσα σε αυτούς».

Νομίζετε ότι η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ή κάποιος άλλος σύλλογος μπορεί να κοντράρει την Μπαρτσελόνα;
«Είναι πιθανόν. Το έχουμε δει και στο παρελθόν. Η Μπαρτσελόνα είναι η καλύτερη ομάδα, αλλά υπάρχουν και άλλοι αστάθμητοι παράγοντες που μπορούν να καθορίσουν μία νίκη. Υπάρχουν πολλά ματς για να φτάσεις μέχρι τον τίτλο και πολλοί παράγοντες. Ένας τραυματισμός, ένα δοκάρι, μία λάθος διαιτητική απόφαση. Δεν κερδίζει πάντα λοιπόν η καλύτερη ομάδα. Υπό αυτό το πρίσμα, υπάρχουν ομάδες που έχουν το επίπεδο και άρα τις πιθανότητες για νίκη».

Είστε ειδικός στη μελέτη κάθε λεπτομέρειας και στατιστικού στοιχείου που μπορεί να μετράει. Η τελευταία ελληνική ομάδα που έφτασε σε τελικό Ευρωπαϊκής διοργάνωσης ήταν ο Παναθηναικός το 1970. Πιστεύετε ότι αυτό μπορεί να επαναληφθεί;
«Είναι σχεδόν αδύνατον. Κυρίως στο Τσάμπιονς Λιγκ όπου χρειάζεται διάρκεια».


Ποια είναι η συνολική σας άποψη για το ποδόσφαιρο στην Ελλάδα;
«Δυστυχώς το σκάνδαλο με τα στημένα παιχνίδια με έχει επηρεάσει πολύ. Ξέρετε, το να μην πιστεύει κάποιος ότι το αποτέλεσμα που βλέπει είναι αποτέλεσμα που οφείλεται καθαρά στο ποδόσφαιρο, είναι πολύ άσχημο. Έχετε κάποιους διοικητικούς παράγοντες που ελέγχουν τα πράγματα, οι οποίοι ελπίζω να αλλάξουν, καθώς και λόγω τις κρίσης ενδέχεται να αποσυρθούν από το ποδόσφαιρο. Αλλά μέχρι να γίνει αυτό, τα πράγματα είναι άσχημα. Ειλικρινά δεν μπορώ να καταλάβω πώς λειτουργούν κάποια πράγματα στη χώρα σας».

Πιστεύετε ότι η διαφθορά στην πολιτική και η διαφθορά στο ποδόσφαιρο πάνε μαζί;
«Νομίζω ναι, σε χώρες όπου ο βαθμός διαφθοράς είναι υψηλός, παρατηρείται ανάλογη διαφθορά και στο ποδόσφαιρο».

Το φαινόμενο της βίας στα γήπεδα θεωρείτε ότι είναι πρωτίστως κοινωνικό;
«Ναι, το οποίο ενισχύεται από το ποδόσφαιρο. Οι καταστάσεις που δημιουργούνται ελκύουν όσους έχουν την προδιάθεση. Ας πούμε εγώ είμαι ΑΕΚ, εσύ είσαι Παναθηναϊκός και βρισκόμαστε στο ίδιο μέρος, όντες σε μια κατάσταση διαμάχης. Νομίζω ότι το ποδόσφαιρο τους προσφέρει το πλαίσιο. Αν δεν υπήρχε, αυτοί οι άνθρωποι δεν θα μάχονταν μεταξύ τους. Οπότε θεωρώ ότι ο χουλιγκανισμός είναι μερικώς κοινωνικό φαινόμενο και μερικώς οφείλεται στο ποδόσφαιρο. Προφανώς δεν μπορούμε να τον δούμε εκτός ποδοσφαίρου».

Ακούμε πολλά για σκληρά μέτρα, κλείσιμο συνδέσμων οπαδών και βλέπουμε πολλούς να νοσταλγούν τη Μάργκαρετ Θάτσερ. Τελικά πέραν του αυταρχισμού δεν μπορούμε να δούμε κάποια άλλη λύση;
«Ο αυταρχισμός δεν είναι η λύση. Στην Αγγλία έχει λυθεί το θέμα γιατί πρωτίστως υπάρχουν στάδια σύγχρονα και ασφαλή και η αστυνομία κάνει καλά τη δουλειά της. Το θέμα είναι της αστυνομίας, όχι τόσο των συλλόγων ή των πολιτικών. Ας πούμε κάποιος που δημιουργεί πρόβλημα, η αστυνομία πρέπει να τον υποχρεώνει να μείνει στο κελί για τη διάρκεια του αγώνα της ομάδας του. Και αν συλληφθεί ξανά, οι ποινές να γίνονται πιο αυστηρές. Οχι να συλληφθεί κάποιος και να πάει δέκα χρόνια φυλακή. Αυτή δεν είναι η λύση. Το θέμα είναι πιστεύω της αστυνομίας, αν θελήσει μπορεί να σταματήσει τη βία και με το σωστό τρόπο, χωρίς υπερβολές. Με κάμερες και σωστούς ελέγχους, μπορεί να βρει ποιοι είναι αυτοί που δημιουργούν επεισόδια. Το θέμα δεν είναι να τον στείλεις φυλακή για δέκα χρόνια, αλλά να τον κρατήσεις μακριά από το γήπεδο».


Πιστεύετε ότι υπάρχει έλλειψη ποδοσφαιρικής κουλτούρας στην Ελλάδα;
«Κοιτάξτε, θεωρώ ότι αγαπάτε το ποδόσφαιρο. Είχαμε κάνει μια έρευνα για να δείξουμε τις χώρες στις οποίες ο κόσμος αγαπάει πιο πολύ το ποδόσφαιρο, μετρώντας διάφορους δείκτες όπως πόσος κόσμος παίζει, παρακολουθεί και γενικά αναμιγνύεται με το ποδόσφαιρο. Η Ελλάδα δεν ήταν μέσα στις πρώτες χώρες. Αλλά και πάλι, πιστεύω ότι δεν είναι τόσο θέμα κουλτούρας. Άλλα πράγματα σας λείπουν».

Το 2004 η Ελλάδα κατέκτησε το Εuro, αλλά δεν υπήρξε η άνοδος στο ποδόσφαιρο που όλοι περίμεναν...
«Καταρχήν θεωρώ ευεργετική την παρουσία του Ρεχάγκελ. Ήταν σημαντικό για την Ελλάδα να προσεγγίσει έναν προπονητή από τη Δυτική Ευρώπη και συγκεκριμένα από τη Γερμανία, ο οποίος ήταν ικανός να εμφυσήσει τη συγκεκριμένη φιλοσοφία και τακτική προσέγγιση. Σε επίπεδο Εθνικής νομίζω ότι βελτιωθήκατε, δώσατε το παρών σε Euro, Μουντιάλ και τώρα μπορείτε να ξαναπάτε στο Εuro. Το θέμα είναι τι περιμένετε από το ποδόσφαιρο της Ελλάδας. Είναι λάθος νομίζω να μπαίνετε σε συγκρίσεις με μεγάλες ποδοσφαιρικά χώρες. Η Ελλάδα, σε πρώτη φάση πρέπει να συγκρίνει τον εαυτό της με χώρες όπως η Τσεχία, η Ουγγαρία, η Ρουμανία, οι οποίες κάποιες φορές φτάνουν σε επιτυχίες, αλλά συνήθως όχι».

Θεωρείτε ότι πρέπει να ακολουθήσουμε αυτήν την τακτική της «εισαγωγής» προπονητών, αλλά και επιτελείων;
«Ναι, πρέπει να εισάγεται γνώσεις από τη Δυτική Ευρώπη, να βρείτε κι άλλους σαν τον Ρεχάγκελ».

Η Παγκοσμιοποίηση έχει επηρεάσει θετικά ή αρνητικά το ποδόσφαιρο;
«Η Παγκοσμιοποίηση έχει και κάποια θετικά. Ας πούμε το ποδόσφαιρο στην Ελλάδα πριν κάποια χρόνια ήταν πολύ διαφορετικό από ότι στην Νιγηρία. Πλέον σε αρκετές χώρες πάνω-κάτω αντιλαμβάνονται με τον ίδιο τρόπο το ποδόσφαιρο. Έχει επιφέρει σαφώς και κάποια αρνητικά, αλλά από την άλλη δίνει την ευκαιρία σε μικρές ποδοσφαιρικά χώρες να αποκτήσουν γνώσεις και τεχνοτροπία των μεγάλων και επίσης σε κάποιους μεγάλους παίκτες να παίξουν σε χώρες όπως η Ελλάδα».

Έχετε αναφέρει τρεις παράγοντες που μπορούν να φέρουν την επιτυχία σε μια Εθνική ομάδα. Τον πληθυσμό, τις επιτυχίες της Εθνικής της χώρας και τις συνθήκες διαβίωσης. Πιστεύετε ότι αυτοί οι παράγοντες ευσταθούν και σε συλλογικό επίπεδο;
«Ο πληθυσμός σίγουρα παίζει κάποιο ρόλο, όπως και οι ποδοσφαιρικές εμπειρίες κάθε χώρας. Αλλά είναι διαφορετικό με τους συλλόγους, γιατί υπάρχει και ο παράγοντας των χρημάτων. Αν υπάρχουν λεφτά, αγοράζεις παίκτες και επενδύεις, όπως ας πούμε στην Αγγλία, όπου παρά το ότι η Εθνική δεν έχει καμία σημαντική επιτυχία τελευταία, συγκεντρώνει τους καλύτερους παίκτες του κόσμου. Από εκεί και πέρα παίζουν ρόλο και οι εγκαταστάσεις και τα γήπεδα, όπου στην Αγγλία, σε αντίθεση με την Ελλάδα, είναι πολύ καλό το επίπεδο».

Ποια ευρωπαϊκή χώρα πιστεύτε ότι φέτος είναι η δυνατότερη ποδοσφαιρικά;
«Η Αγγλία νομίζω έχει τα δυνατότερα ποδοσφαιρικά κλαμπ και φαίνεται αυτό αν κοιτάξετε μέχρι που φτάνουν στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Η Ισπανία από την άλλη έχει δυνατότερη Εθνική ομάδα, αλλά μόνο δύο πραγματικά μεγάλους συλλόγους, καθώς οι άλλοι είναι πολύ πίσω και κυρίως σε οικονομικό επίπεδο. Οπότε, όσον αφορά τους συλλόγους πιστεύω η Αγγλία. Όσον αφορά την Εθνική, η Ισπανία».

Πιστεύτε ότι υπάρχει χώρος για ρομαντικούς στο σύγχρονο ποδόσφαιρο;
«Φυσικά, υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που εκλαμβάνουν με ωραίο τρόπο το ποδόσφαιρο. Στο Παγκόσμιο Κύπελλο υποστήριζα την Ολλανδία και αυτό που έζησα στην πορεία της μέχρι τον τελικό δεν περιγράφεται. Πέρυσι παρακολούθησα τον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ ανάμεσα στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και την Μπαρτσελόνα και έβλεπες πολλούς Άγγλους, παρά το ότι υποστήριζαν τη Μάντσεστερ, να χαίρονται το ποδόσφαιρο, άλλους να κλαίνε από την ήττα... Πάντα θα υπάρχει χώρος για ρομαντικούς».

 (πηγή: Gazzetta.gr)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου